Με μια πολιτική πιο στέρεα, πιο γήινη
Συνέντευξη του Γιάννη Τσούτσια στον Νίκο Ταυρή
Μεγάλη συζήτηση γίνεται στη δημόσια σφαίρα για το ποια ήταν τα μηνύματα που έστειλαν οι κάλπες σε δήμους και περιφέρειες. Μιλήσαμε με τον Γιάννη Τσούτσια, δημοτικό σύμβουλο Βριλησσίων και επικεφαλής της παράταξης «Δράση για μια Άλλη Πόλη» (στις πρόσφατες εκλογές η «Δράση» πήρε 8,5% και εξέλεξε τρεις δημοτικούς συμβούλους) για τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις εκτιμήσεις του για τα αποτελέσματα.
("Δρόμος ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ", 8 Ιουνίου 2019)
Ποιο, κατά την γνώμη σου, ήταν το κεντρικό μήνυμα των αυτοδιοικητικών εκλογών;
Δεν υπάρχει αμφιβολία - και αυτό επιβεβαιώνεται από την προκήρυξη των βουλευτικών εκλογών - πως στις εκλογές της αυτοδιοίκησης εκφράστηκε ένα ρεύμα αντίδρασης απέναντι στην πολιτική και τις πρακτικές της κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό το ρεύμα, το οποίο μάλιστα και πάλι δεν ήταν, μέχρι την τελευταία στιγμή τόσο εμφανές, ούτε θορυβώδες, στράφηκε επί δικαίους και αδίκους, παρέσυρε τα πάντα, επηρέασε κάθε συνδυασμό που καταχωρούνταν στα αριστερά του πολιτικού φάσματος. Παντού τα μικρά αυτοδιοικητικά σχήματα εξαϋλώθηκαν και όποιος θύμιζε ή παρέπεμπε στην «αριστερά», υπέστη μεγάλες απώλειες.
Μιλάς για μια συντηρητική στροφή της κοινωνίας;
Έτσι φαίνεται, αλλά δεν νομίζω ότι αυτός ο όρος περιγράφει με ακρίβεια τα πράγματα. Είναι συζητήσιμο εάν η αποδοκιμασία του ΣΥΡΙΖΑ συνεπάγεται απευθείας συντηρητισμό. Αυτή είναι και η ερμηνευτική προσέγγιση της κυβέρνησης, η οποία θέλει να εξηγεί τη δική της αποτυχία ως αποτέλεσμα των δυνάμεων του κακού και της υπερσυντηρητικής απειλής που απλώνεται στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Και μόνο γι’ αυτό, δικαιολογείται κανείς να είναι πιο προσεκτικός στο πως αντιλαμβάνεται τα πράγματα. Πράγματι, σε σχέση με τις προηγούμενες αυτοδιοικητικές εκλογές του 2014, υπάρχει μια επιστροφή, ένα αναμενόμενο «συμμάζεμα» του τότε ριζοσπαστικοποιημένου συντηρητικού χώρου υπέρ της Ν.Δ.. Σήμερα π.χ. δεν υπάρχουν ΑΝΕΛ. Αλλά είναι αυτό μια βαθύτερη στροφή στην πολιτική συμπεριφορά του κόσμου ή περισσότερο αποδοκιμασία προς τον ΣΥΡΙΖΑ;
Μήπως θα μπορούσες να το αποσαφηνίσεις λίγο παραπάνω αυτό το ζήτημα;
Να το θέσω κάπως διαφορετικά. Το «σύμπτωμα» σήμερα είναι ο γενικευμένος αποπροσανατολισμός, η αίσθηση του αδιεξόδου, δεν είναι η στροφή στον συντηρητισμό. Πέρα από αυτό, αν υπάρχει κάτι μονιμότερο που εκτυλίσσεται, αυτό αφορά το ρήγμα του απλού κόσμου με την αριστερά. Η απογοήτευσή του. Θα ήταν αρκετά επιπόλαιο αυτό να το ονομάσουμε συντηρητικοποίηση. Ή να το θεωρήσουμε ως μια γραμμική μετακίνηση ψηφοφόρων από τα αριστερά προς τα δεξιά, σύμφωνα με κάποιες πολιτικές συγγένειες, που σήμερα όμως σχετικοποιούνται. Αν υπάρχει κάτι πραγματικά συντηρητικό μέσα στις εξελίξεις, αυτό πηγάζει από τις εκρηκτικές ανασφάλειες και τους δικαιολογημένους φόβους που γιγαντώνονται στην εποχή μας. Για να επανέλθω όμως στο θέμα, ίσως γι’ αυτό το λόγο, σε αντίθεση με το 2014 που στις δημοτικές εκλογές οι δήμαρχοι άλλαζαν ο ένας μετά τον άλλο, σήμερα οι περισσότεροι, ανεξαρτήτως κομματικής υποστήριξης, επανεκλέχτηκαν ή βρέθηκαν στο δεύτερο γύρο. Ο κόσμος μοιάζει να μην θέλει άλλα «πειράματα», να απορρίπτει τα ασαφή και τις μεγάλες ρήξεις.
Πιστεύεις ότι έχουμε αλλαγές στο πώς ασκείται η πολιτική –και προεκλογικά αλλά και γενικότερα– σε αυτοδιοικητικό επίπεδο και στο πώς την «αντιλαμβάνονται» οι πολίτες;
Στις εκλογές της 26ης Μαΐου επαληθεύτηκε η διαπίστωση πως ο ψηφοφόρος επηρεάζεται πιο πολύ από το διαμορφωμένο πολιτικό κλίμα της περιόδου παρά από τα πεπραγμένα κάθε συνδυασμού. Γι’ αυτό και όλες οι αυτοδιοικητικές κινήσεις είχαν ενιαία εκλογική τάση. Ένα αόρατο νήμα δένει τις τοπικές προσπάθειες με όσα συμβαίνουν γύρω τους. Άρα η αυτονομία του «τοπικού» παραμένει περιορισμένη. Επικρατεί το ίδιο «γενικό» κλίμα, σύμφωνα με το οποίο οι πολίτες είναι πιο προσγειωμένοι, πιο απογοητευμένοι και πιο ολιγαρκείς. Αντιλαμβάνονται ότι ζούμε σε μια περίοδο σκληρού ρεαλισμού, σύνθετη, όπου ακόμη και οι στόχοι δεν είναι ορατοί, οπότε προς το παρόν, η παραμονή στην κανονικότητα και η επιφυλακτικότητα είναι οι κυρίαρχες αντιδράσεις. Από την άλλη πλευρά και οι υποψήφιοι, δεν φάνηκε να μπορούν να ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα. Συνέχισαν τα ίδια, την υποσχεσιολογία και την απωθητική και αποβλακωτική αμεριμνησία που γενικότερα δείχνει το πολιτικό προσωπικό. Δεν υπάρχει ρόλος για την αυτοδιοίκηση. Οι μεν συστημικές παρατάξεις αξιοποιούν το χώρο για να περνούν τα διλήμματά τους μέχρι τη γειτονιά, η δε αριστερά, η οποία παρεμπιπτόντως σπανίως ασχολήθηκε σοβαρά με τους δήμους, τώρα φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι είναι υποχρεωμένη να συνδεθεί με την πραγματικότητα κάθε τόπου για να βρει ρόλο. Έτσι κι αλλιώς, οι εποχές της ευκολίας παρήλθαν. Τώρα έχουμε μπροστά μας ακόμη πιο δύσκολα.
Ναι, ωστόσο και αυτές οι εκλογές είχαν τους νικητές τους...
Πάντα οι εκλογές έχουν τον νικητή τους. Τον είδαμε. Δεν το κρύβουμε. Κι εμείς είμαστε οι χαμένοι, δεν το ξεχνώ. Ωστόσο, στην πολυτάραχη περίοδο που διατρέχουμε οι νίκες δεν κρατούν πολύ. Δεν παράγουν αποτελέσματα. Σ’ ένα σκηνικό εγκαταλειμμένο από κάθε ουσιαστική επιθυμία, δεν εκφράζεται κάποια λαχτάρα, δεν αντιπροσωπεύεται «κάτι». Γι’ αυτό κι αυτές οι νίκες θα μπουν στη σειρά με τις προηγούμενες. Στον εικονικό κόσμο του διαδικτύου υπάρχει διαρκής εναλλαξιμότητα μαχών και νικητών. Οι κύκλοι του εφήμερου έχουν επιταχυνθεί. Το σκηνικό είναι τόσο πολυπαραγοντικό, που όλοι θα σας πουν ότι βρέθηκαν κοντά στην νίκη, «παρά τρίχα» την έχασαν. Ακριβώς αυτό οφείλουμε να προσπαθήσουμε να αναιρέσουμε. Με μια πολιτική πιο στέρεα, πιο γήινη. Γιατί σήμερα μια πολιτική χωρίς κάποια στοιχεία μονιμότητας, δεν μπορεί να σταθεί, δεν λέει πολλά πράγματα.
Υπάρχουν όμως περιθώρια πρωτοβουλιών από τις δημοτικές παρατάξεις που κινούνται εκτός των επίσημων πλαισίων; Και αν ναι, σε τι πλαίσιο;
Η αριστερά πρέπει να συγκροτήσει τη δική της ματιά, να βρει κατεύθυνση στην αυτοδιοίκηση. Πέραν του να «συγκρούεται». Πράγμα που όπως είπαμε, σημαίνει πολιτικές βαθύτερες, με μονιμότερα στοιχεία, που να μπορούν να επικοινωνούν με την κοινότητα, χωρίς αυτό να καταλήγει επικοινωνιακό. Η επικοινωνιακή πολιτική δεν συγκροτεί αντίβαρα. Πρέπει σε κάθε πόλη να κάνουμε πράγματα ουσίας. Που να παράγουν αλληλεπιδράσεις, κοινωνικότητα, δικτυώσεις, να απλώνονται σε ολοένα και μεγαλύτερα πεδία μέσα στην πόλη. Που να δημιουργούν ολοένα και μεγαλύτερη εμπλοκή των πολιτών. Αυτή είναι η μέθοδος. Χρειαζόμαστε την ανάδειξη ενός πραγματικά δημόσιου χώρου και μιας πραγματικής δημόσιας ζωής, σε κάθε δήμο. Βλέποντας την πόλη μέσα από την οπτική των κοινωνικών και ανθρώπινων σχέσεων, όχι μέσα από την λογική του «εισπράττω επιρροή και ψήφους». Πράγματα επίπονα, αλλά δεν γίνεται αλλιώς.
Να δούμε θετικά όλα τα μικρά στοιχήματα που παίζονται στους δήμους, εκεί που σήμερα τίποτα δεν φαίνεται να «παίζεται». Αυτό σημαίνει «συγκροτώ κάτι», την ώρα που για παράδειγμα, τίποτα δεν συγκροτείται στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Δεν μπορεί βέβαια μια τοπική κίνηση να δημιουργήσει φυσιογνωμία για λογαριασμό ολόκληρης της αριστεράς. Αλλά στην αυτοδιοίκηση γίνονται ενδιαφέροντα πράγματα, δοκιμάζονται πρωτότυπες και αυθεντικές πρακτικές, επιχειρείται να ανοίξουν δρόμοι εκεί που δεν ανοίγουν πουθενά αλλού, ούτε στο κεντρικό πεδίο, ούτε π.χ. στον συνδικαλισμό ή στο φοιτητικό κίνημα.
Θα ακουστεί υπερβολικό και ίσως αυτάρεσκο, όμως το μόνο που φαίνεται να υπάρχει σήμερα, είναι διάφορες μικρές παρέες στους δήμους που ψάχνουν κάποια ζητήματα. Γι’ αυτό και παραμένουμε αισιόδοξοι. Επειδή στην αυτοδιοίκηση, κάτι παίζεται. Μέσα σ’ ένα άγονο πεδίο και σ’ έναν παγκόσμιο χειμώνα, μέσα σ’ ένα παιχνίδι υψηλών απαιτήσεων, εκτυλίσσονται κάποιες μικρές προσπάθειες εντός των οποίων παίζονται ζητήματα ουσίας. Από μακριά, αυτό μοιάζει κάτι ελάχιστο. Από κοντά ένας άθλος. Έτσι θα συνεχίσουμε. Μια μπρος, μια πίσω. Ένας κόσμος «ξυπνάει». Κι εμείς ανάμεσά του. Και όλα αυτά πρέπει να τα συζητήσουμε όσες αυτοδιοικητικές κινήσεις επιμένουν να λειτουργούν, κανείς δεν μπορεί μόνος του. Είναι κι αυτό ένα από τα μικρά στοιχήματα της επόμενης περιόδου. Μικρά, μικρότατα, που όμως συνδέονται με την «μεγάλη» προοπτική.
Πηγή: "Δρόμος ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ", Σάββατο 8 Ιουνίου 2019
|